Τη σοβαρή ρύπανση του πυθμένα του λιμανιού της Σύρου επιβεβαιώνει μελέτη του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ).

Το ερώτημα τώρα είναι τι μέλλει γενέσθαι, καθώς η νομοθεσία απαγορεύει μεν την απόρριψη ρύπων στη θάλασσα, δεν προβλέπει όμως κάποια διαδικασία για τους ρύπους που έχουν συσσωρευθεί στον βυθό, χωρίς να είναι εξακριβωμένο ποιος ευθύνεται. Παράλληλα με την έκθεση έληξε και το πρώτο «επεισόδιο» στη διαμάχη που δημιουργήθηκε ανάμεσα σε περιβαλλοντική οργάνωση της Σύρου και στην εταιρεία που διαχειρίζεται τα τελευταία τρία χρόνια τα ναυπηγεία της.

Η υπόθεση ξεκίνησε από μια δειγματοληψία που πραγματοποίησε στα τέλη του 2019 η οργάνωση Aegean Rebreath στον βυθό του λιμανιού (και δημοσιοποιήθηκε από την «Κ» στις 20.2.2022). Τα αποτελέσματα των αναλύσεων ήταν ιδιαιτέρως ανησυχητικά, καθώς σε μια σειρά από βαρέα μέταλλα οι τιμές ξεπερνούσαν κατά πολύ τις φυσιολογικές. Οπως ήταν επόμενο, η υπόθεση προκάλεσε αναστάτωση στην τοπική κοινωνία και ακολούθησε η παρέμβαση του υπουργείου Περιβάλλοντος.

Παρότι η πραγματοποίηση μιας μελέτης από το ΕΛΚΕΘΕ για την κατάσταση του νερού και του πυθμένα αναδείχθηκε ως η μόνη λύση για να δοθούν απαντήσεις, τελικά τόσο η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου όσο και ο Δήμος Σύρου δήλωσαν αδυναμία να τη χρηματοδοτήσουν. Τελικώς τη μελέτη ανέθεσε στο ΕΛΚΕΘΕ η εταιρεία ONEX, η οποία διαχειρίζεται τα ναυπηγεία της Σύρου από το 2020. Το ΕΛΚΕΘΕ πραγματοποίησε δειγματοληψίες τον Απρίλιο του 2022 με δύο σκάφη του, τόσο στο θαλασσινό νερό όσο και στον πυθμένα του λιμανιού, επιφανειακά και σε βάθος 20-30 εκατοστών.

Η μελέτη δείχνει μια ανάμεικτη εικόνα. Το μεν θαλασσινό νερό βρίσκεται σε καλή κατάσταση, όμως η ρύπανση στον πυθμένα είναι σοβαρότερη από αυτή που έδειξε η πρώτη δειγματοληψία. Η περιεκτικότητα των ιζημάτων του πυθμένα σε χρώμιο είναι 460 ppm (μέρη ανά εκατομμύριο), υπερδιπλάσιες λ.χ. από τα λιμάνια του Πειραιά και της Πάτρας και τον κόλπο της Ελευσίνας. Πολύ υψηλές ήταν και οι τιμές του χαλκού (216 ppm, μικρότερες μόνο από το λιμάνι του Πειραιά), ενώ υψηλές βρέθηκαν ανά σημεία και οι τιμές του νικελίου και του ψευδαργύρου.

Η έκθεση δεν υποδεικνύει την πηγή της ρύπανσης. «Οι αναλύσεις στους πυρήνες των ιζημάτων δείχνουν ότι η επιβάρυνση του ιζήματος αντιστοιχεί σε χρονική περίοδο πολλών δεκαετιών. Η πηγή ρύπανσης θα πρέπει να αναζητηθεί στις πολλαπλές ανθρωπογενείς δραστηριότητες στην περιοχή. Είναι εξαιρετικά πιθανό οι μεγάλες τιμές του χρωμίου να σχετίζονται με την παλαιότερη λειτουργία βυρσοδεψείων στην παράκτια ζώνη», αναφέρει. Ως γενικό συμπέρασμα η μελέτη καταλήγει ότι «εφόσον διασφαλιστεί η συνέχιση της καλής περιβαλλοντικής κατάστασης στο θαλασσινό νερό, αναμένεται με την πάροδο του χρόνου και η βελτίωση της ποιότητας των ιζημάτων».

Είναι όμως τα βυρσοδεψεία η μόνη «αναγνωρίσιμη» πηγή ρύπανσης στο λιμάνι της Σύρου; «Για το χρώμιο είναι μια πολύ πιθανή πηγή. Για τα υπόλοιπα έχουν παίξει ρόλο όλες οι δραστηριότητες που διαχρονικά υπήρχαν στην περιοχή, της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης συμπεριλαμβανομένης», λέει στην «Κ» ο Γιάννης Χατζηανέστης, χημικός ωκεανογράφος στο ΕΛΚΕΘΕ και επιστημονικός υπεύθυνος της έρευνας. «Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι ο πυθμένας εκεί υφίσταται ρύπανση τουλάχιστον 50-60 χρόνια».

Παρά τα εξαιρετικά δυσάρεστα αποτελέσματα για τη ρύπανση του βυθού στο λιμάνι της Σύρου, η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου έδειξε… ανακουφισμένη, καθώς βρέθηκε στη μέση μιας διαμάχης ανάμεσα στο Παρατηρητήριο Ποιότητας Περιβάλλοντος Σύρου και στην εταιρεία ΟΝΕΧ για το ποιος φταίει για τη ρύπανση. «Δεν υπάρχει νομοθεσία για τα όρια της ρύπανσης στον πυθμένα, ούτε η Περιφέρεια έχει ανάλογη αρμοδιότητα – αφήστε που η διεύθυνση Περιβάλλοντος έχει έναν υπάλληλο για 2.500 καταγγελίες. Για εμάς το θέμα θεωρείται λήξαν», λέει στην «Κ» ο περιφερειάρχης Γιώργος Χατζημάρκος.

Το ερώτημα τώρα είναι αν θα αποκατασταθεί η περιβαλλοντική ζημιά. Με δεδομένο ότι η ρύπανση δεν μπορεί να αποδοθεί σε κάποια συγκεκριμένη πηγή, δεν είναι δυνατόν να κινηθεί η διαδικασία αποκατάστασης της περιβαλλοντικής ζημιάς (με βάση την ευρωπαϊκή αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει»). Το μόνο που αλλάζει είναι ότι σε περίπτωση εργασιών εκβάθυνσης του λιμένα στο μέλλον, τα ιζήματα που θα απομακρυνθούν θα πρέπει να τύχουν ειδικής διαχείρισης και όχι να απορριφθούν αλλού στη θάλασσα.

Αγωγές

Μια ενδιαφέρουσα πτυχή της υπόθεσης, πάντως, αφορά τη σύγκρουση ανάμεσα στο Παρατηρητήριο Ποιότητας Περιβάλλοντος Σύρου και στην εταιρεία ONEX. Αφορμή, ανακοινώσεις και συνεντεύξεις μελών του Παρατηρητηρίου, που υπέδειξαν ως πιθανό συνυπαίτιο για τη ρύπανση και τη ναυπηγοεπισκευαστική δραστηριότητα. Η εταιρεία στράφηκε νομικά κατά του Παρατηρητηρίου (στέλνοντας επτά εξώδικα και υποβάλλοντας τρεις αγωγές, ζητώντας αποζημίωση ύψους 3 εκατ. ευρώ). Η υπόθεση έφθασε στη Βουλή και χαρακτηρίστηκε «SLAPP», δηλαδή στρατηγική αγωγή προς αποθάρρυνση της συμμετοχής του κοινού. Τελικά το Πρωτοδικείο Σύρου απέρριψε τη μία από τις τρεις αγωγές και έκανε εν μέρει δεκτές τις άλλες δύο (με αποτέλεσμα και οι δύο πλευρές να εκφράζουν την ικανοποίησή τους για την απόφαση). Το αίτημα αποζημίωσης απορρίφθηκε, η ΟΝΕΧ όμως ανακοίνωσε ότι θα ασκήσει έφεση.

Πηγή: Εφημερίδα Καθημερινή

bluestarferries