Πάμε κατευθείαν στο «ψητό» … πριν «καεί». Να αγωνίζεσαι, ακόμη κι αν ο κόσμος δεν καταλαβαίνει, ακόμη κι αν κανένας δεν ανταποκρίνεται.
Υπάρχει μια παλιά, ύπουλη ιδέα που επιστρέφει κάθε φορά που η αδικία γίνεται ανυπόφορη και λέει το εξής: «Γιατί να αγωνιστώ, αφού ο λαός δεν θέλει να σωθεί;».
Παρατηρήσαμε στο διαδίκτυο ιστορίες για τον Τσε Γκεβάρα που προδόθηκε από έναν φοβισμένο βοσκό και για τον Μοχάμεντ Καρίμ που αφέθηκε μόνος από εκείνους που υπερασπίστηκε. Διαπιστώνουμε λοιπόν και σήμερα, ότι άνθρωποι απογοητεύονται και παραδίδονται στην απάθεια, στην αδράνεια και στην αδιαφορία. Όμως αυτή η ιδέα που σε «ωθεί» στην άποψη ότι δεν αξίζει να παλεύεις για όσους δεν σε καταλαβαίνουν, είναι βαθιά μέσα της, μια μορφή ηττοπάθειας «μεταμφιεσμένης»… σε ρεαλισμό.
Είναι η ψευδαίσθηση ότι ο αγώνας έχει αξία μόνο όταν συνοδεύεται από άμεσα αποτελέσματα ή αναγνώριση. Είναι ο εγωισμός του «ήρωα» που περιμένει ανταπόδοση, αντί για τη πίστη του ανθρώπου που απλώς δεν αντέχει την αδικία.
Ο Τσε Γκεβάρα έγραψε κάποτε: «Αν τρέμεις από αγανάκτηση κάθε φορά που διαπράττεται μια αδικία, τότε είσαι σύντροφός μου». Δεν είπε «αν σε καταλαβαίνουν», ούτε «αν οι άλλοι σε ακολουθούν». Είπε αν τρέμεις, δηλαδή αν παραμένεις ζωντανός, αν μέσα σου υπάρχει ακόμη αυτή η ασυμφιλίωτη φλόγα με το άδικο.
Ο αγώνας, για τον Τσε, δεν ήταν μια συμφωνία ανάμεσα σε ήρωες και ευγνώμονες. Ήταν μια πράξη αγάπης, σχεδόν μυστικιστική. «Η αληθινή επανάσταση καθοδηγείται από μεγάλα αισθήματα αγάπης». Αγάπη όχι για τους «άξιους», αλλά για τους απλούς ανθρώπους, μόνο και μόνο επειδή «υπάρχουν». Ο βοσκός που πρόδωσε τον Τσε φοβόταν για τα πρόβατά του, αλλά ο Τσε πολεμούσε για να μη χρειάζεται κανείς να ζει με τέτοιο φόβο.
Ο λαός που εγκατέλειψε τον Μοχάμεντ Καρίμ σκεφτόταν το εμπόριο, αλλά ο Καρίμ αγωνιζόταν για έναν κόσμο όπου ο άνθρωπος δεν θα είναι σκλάβος του κέρδους.
Εκεί βρίσκεται η τραγωδία, αλλά και το μεγαλείο του αγώνα. Να προσφέρεις σε ανθρώπους που δεν είναι έτοιμοι, να φυτεύεις σε γη που φαίνεται άγονη, γνωρίζοντας ότι ίσως άλλοι θα θερίσουν. Ή, όπως θα έλεγε ο Τσε: «Ο επαναστάτης είναι ο σπόρος της μελλοντικής ανθρωπότητας».
Όποιος σταματά να αγωνίζεται επειδή οι άλλοι δεν τον καταλαβαίνουν, δεν είναι ρεαλιστής, αλλά φυλακισμένος στην ανάγκη της αναγνώρισης. Η αληθινή αξιοπρέπεια βρίσκεται στο να συνεχίζεις, όχι γιατί θα νικήσεις, αλλά γιατί πιστεύεις ότι έχεις δίκιο.
Ο κόσμος δεν αλλάζει με την πειθώ των πολλών, αλλά με τη συνέπεια των λίγων που αρνούνται να υποταχθούν. Και αυτοί οι λίγοι, σε τελική ανάλυση, είναι εκείνοι που ανοίγουν τον δρόμο για τους πολλούς.
«Ας είμαστε ρεαλιστές, ας ζητήσουμε το αδύνατο» όπως έλεγε κι ο ΤΣΕ.
Αθανάσιος Μαρινόπουλος





















