Μπορεί η θερμοκρασία να ανέβηκε την προηγούμενη εβδομάδα και ο κίνδυνος της λειψυδρίας να ήλθε και πάλι στο προσκήνιο καθώς η χώρας μας βρίσκεται στην 19η θέση παγκοσμίως σε επίπεδο κινδύνου για έλλειψη νερού, αλλά οι κινήσεις που γίνονται δείχνουν την ιδιωτικοποίηση του νερού, ως λύση!
Συγκεκριμένα, αρχικά πραγματοποιήθηκε ευρεία διυπουργική σύσκεψη από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, Κωστή Χατζηδάκη, με τη συμμετοχή συναρμόδιων υπουργών, γενικών γραμματέων, αλλά και επιτελικών στελεχών της ΕΥΔΑΠ και της ΔΕΗ. Σημειώνουμε ότι οι δύο παραπάνω επιχειρήσεις είναι εισηγμένες εταιρείες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, ενώ όλες οι υπόλοιπες 125 τον αριθμό Δ.Ε.Υ.Α., που αποτελούν όλη την υπόλοιπη χώρα με 5,2 εκ. πολίτες εκτός Αθηνών και Θεσσαλονίκης, έμειναν εκτός της σύσκεψης! Αυτό από μόνο του είναι ύποπτο αφού είναι γνωστό ότι οι ΔΕΥΑ των δήμων της χώρας αντιδρούν σε κάθε σκέψη ιδιωτικοποίησης των υδάτων.

Η σύσκεψη
Στη σύσκεψη -όπως έγινε γνωστό από την κυβέρνηση- συζητήθηκε η κατάρτιση ενός ολοκληρωμένου εθνικού σχεδίου για τη διαχείριση του νερού αφού «το νερό είναι εθνικό κεφάλαιο και πρέπει να το διαχειριστούμε υπεύθυνα και συντονισμένα», όπως τόνισε και πάλι κυβερνητική πηγή, που πρόσθεσε «πως η εθνική στρατηγική θα περιλαμβάνει και κινήσεις ευαισθητοποίησης πολιτών και τοπικών αρχών, με έμφαση στην οικονομία στη χρήση και την πρόληψη της σπατάλης». Πράγματα δηλαδή χιλιοειπωμένα και ανέξοδα!
Ακόμα, μας είπαν ότι περίπου το 50% του νερού χάνεται στα δίκτυα, λόγω παλαιότητας και διαρροών, αλλά ουδεμία νύξη δεν έγινε για τις ευθύνες και την έλλειψη υποδομών, όπως ακόμα μας «ενημέρωσαν» ότι οι γεωτρήσεις έχουν αυξηθεί κατά 80% τα τελευταία 20 χρόνια, δίχως και πάλι να μας πουν ποιοι ευθύνονται για τις τόσες άδειες που έχουν δοθεί για τις γεωτρήσεις.
Ακολούθως, στις 23 Ιουνίου, ακολούθησε σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου υπό τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, που υποστήριξε ότι η συνεχιζόμενη λειψυδρία καθιστά επιτακτική μια σειρά δομικών μεταρρυθμίσεων, καθώς το πρόβλημα έχει λάβει διαστάσεις που επιτάσσουν άμεσες και συνδυαστικές δράσεις τόσο σε βραχυπρόθεσμο όσο και σε μακροπρόθεσμο επίπεδο.
Οι πέντε στρατηγικές προτεραιότητες του σχεδίου προσδιορίζονται ως εξής:
– Διασφάλιση ότι το νερό παραμένει δημόσιο αγαθό, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη θεσμική θωράκιση που προβλέπουν το Σύνταγμα και οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
– Ενίσχυση της βιωσιμότητας των εταιρειών ύδρευσης, άρδευσης και αποχέτευσης με στόχο το αποδεκτό κόστος για κάθε χρήση.
– Προώθηση του ολιστικού σχεδιασμού και της κεντρικής διαχείρισης όλων των έργων που σχετίζονται με το νερό, ανεξαρτήτως μεγέθους.
– Άμεση εκκίνηση επειγουσών πρωτοβουλιών το προσεχές εξάμηνο και ταυτόχρονη εκστρατεία ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού.
– Εφαρμογή νέων τεχνολογιών και υιοθέτηση συμπληρωματικών τρόπων παραγωγής νερού, όπως η αφαλάτωση, η ανακύκλωση και η επαναχρησιμοποίηση υδάτων.
Οι ανωτέρω άξονες πρόκειται να εξειδικευτούν περαιτέρω στο αμέσως προσεχές διάστημα, ώστε να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα.

Οι αντιδράσεις
Η πρώτη αντίδραση ήρθε από την ΚΕΔΕ (Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδος), η οποία υπενθύμισε τον ρόλο της αυτοδιοίκησης στον Εθνικό Σχεδιασμό για την Ύδρευση – Αποχέτευση.
Η ανακοίνωση έχει ως εξής:
«Η ΚΕΔΕ, πληροφορήθηκε από τα ΜΜΕ σχετικά με το ενδιαφέρον της κυβέρνησης για την «αντιμετώπιση του προβλήματος της λειψυδρίας με έναν εθνικό σχεδιασμό», την επισήμανση ότι «το νερό είναι και θα παραμείνει δημόσιο αγαθό και πόρος ζωτικής σημασίας» και ότι απαιτείται «ολιστικός σχεδιασμός και κεντρική διαχείριση όλων των αναγκαίων έργων, μικρών και μεγάλων».
Αυτή η γενική κατεύθυνση αυτή μας βρίσκει κατ’ αρχήν σύμφωνους, δεδομένου ότι η «Πρόταση Μεταρρύθμισης της δημόσιας πολιτικής ύδρευσης–αποχέτευσης», συνοδευόμενη από Προσχέδιο Νόμου, που υπέβαλε η ΚΕΔΕ την 01.04.2024 προς τους αρμόδιους Υπουργούς και Γενικούς Γραμματείς τονίζει ότι «Η Μεταρρύθμιση αυτή πρέπει να έχει «ολιστικό» χαρακτήρα, δηλαδή να αφορά συνολικά τη δημόσια πολιτική ύδρευσης και αποχέτευσης των πόλεων και των οικισμών της χώρας, να οδηγεί στην Ψηφιακή Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση αυτής της δημόσιας πολιτικής και να την εντάσσει στην ευρύτερη δημόσια πολιτική διαχείρισης του υδάτινου δυναμικού».
Ταυτόχρονα υπογραμμίσαμε ότι «ο σχεδιασμός και η εφαρμογή της δημόσιας πολιτικής ύδρευσης και αποχέτευσης ασκούνται από το ενιαίο Εθνικό Σύστημα Ύδρευσης και Αποχέτευσης της χώρας, του οποίου οι δομές και οι λειτουργίες διαρθρώνονται σε εθνικό, περιφερειακό, νομαρχιακό και τοπικό επίπεδο. Για το λόγο αυτό χρειάζεται να κατανείμουμε τις λειτουργίες των αρμοδιοτήτων ύδρευσης και αποχέτευσης σε εθνικό, περιφερειακό, νομαρχιακό και τοπικό επίπεδο και ταυτόχρονα να θεσμοποιήσουμε τις συστημικές σχέσεις των φορέων που ασκούν τις λειτουργίες αυτές».
Παράλληλα τονίσαμε ότι «για την άσκηση μιας λειτουργίας δεν αυξάνεται η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα της άσκησής της, όσο μεγαλύτερος είναι ο αντίστοιχος φορέας και για κάθε λειτουργία ο φορέας άσκησής της πρέπει να έχει το optimum μέγεθος».
Γι’ αυτό άλλωστε δεν συμφώνησε το Διοικητικό Συμβούλιο και το Τακτικό Συνέδριο της ΚΕΔΕ στην κυβερνητική πρόθεση αναγκαστικής συνένωσης των ΔΕΥΑ και των Δημοτικών υπηρεσιών ύδρευσης – αποχέτευσης, αλλά λέμε ναι στον συνολικό εθνικό σχεδιασμό της δημόσιας πολιτικής διαχείρισης του υδάτινου δυναμικού της χώρας, με συντονισμό, συνέργεια και συστημική συνεργασία όλων των δημοσίων φορέων και υπηρεσιών που εκτελούν έργα και εφαρμόζουν τη δημόσια πολιτική σε κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.
Εξάλλου η σύγχρονη τεχνολογία έχει «συνταξιοδοτήσει» την παραδοσιακή αντίληψη επίτευξης οικονομιών κλίμακας μέσω της ενοποίησης δομών και έχει αναδείξει την δικτυακή ενοποίηση των λειτουργιών.
Σε κάθε περίπτωση, η ΚΕΔΕ είναι αποφασισμένη να συμβάλλει σε ένα τέτοιο Εθνικό Σχέδιο αντιμετώπισης του προβλήματος της λειψυδρίας και για το λόγο αυτό ζητάμε πλήρη ενημέρωση για τις εκπονηθείσες μελέτες και τα εναλλακτικά σενάρια και ενεργή συμμετοχή στον σχεδιασμό της δημόσιας πολιτικής διαχείρισης του υδάτινου δυναμικού, ώστε στο πλαίσιο μιας ουσιαστικής εταιρικής σχέσης να αντιμετωπίσουμε κατά προτεραιότητα τα προβλήματα που έχουν ορισμένες περιοχές, αλλά και να διασφαλίσουμε την ευαισθητοποίηση των τοπικών κοινωνιών μας στην προστασία αυτού του δημόσιου αγαθού και μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της αντίστοιχης δημόσιας πολιτικής.
Ελπίζουμε τα αρμόδια υπουργεία και γενικότερα η κυβέρνηση να αξιοποιήσει αυτή την πρόταση για τη συμβολή μας στην εθνική προσπάθεια, που δεν αφορά μόνο το σήμερα αλλά και τις επόμενες γενιές.
Ζητάμε άμεσα σχετική ενημέρωση με τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης».

Η αντίδραση της ΕΔΕΥΑ
Η αντίδραση της ΕΔΕΥΑ (Ένωση Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης – Αποχέτευσης), έχει ως εξής:
«Με αφορμή τη διυπουργική σύσκεψη για τηνλειψυδρία και τη διαχείριση των υδάτων στην οποία η Ένωση Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης – Αποχέτευσης (Ε.Δ.Ε.Υ.Α.) δεν εκλήθη σε αντίθεση με τους εκπροσώπους των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ, ενώ εκπροσωπεί θεσμικά 125 Δ.Ε.Υ.Α. της χώρας που παρέχουν οικονομικά προσιτό και υγιεινό πόσιμο νερό σε 5,2 εκ. πολίτες της χώρας μας, η Ε.Δ.Ε.Υ.Α. υπενθυμίζει και επισημαίνει προς κάθε κατεύθυνση τα παρακάτω:
– Οι Δ.Ε.Υ.Α. από την ίδρυσή τους από τους δήμους στη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα παρά τα θεσμικά και πραγματικά προβλήματα και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν, έχουν συμβάλει με το έργο τους που εκτιμάται ότι υπερβαίνει τα 26 δις ευρώ, και τις υπηρεσίες τους, στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών της περιφέρειας και στην προστασία και αναβάθμιση του περιβάλλοντος της χώρας μας. Οι περισσότερες «γαλάζιες» σημαίες στις ελληνικές ακτές οφείλονται στους 175 βιολογικούς καθαρισμούς των Δ.Ε.Υ.Α.
Οι 129 Δ.Ε.Υ.Α. της χώρας μας:
• Διαθέτουν χιλιάδες χώρους αποθήκευσης νερού (δεξαμενές) και ελέγχουν πάνω από 5.500 γεωτρήσεις,
• Το σύνολο των εγκατεστημένων υδρομετρητών που ανήκουν στον τομέα ευθύνης τους πλησιάζει τα 3 εκατομμύρια,
• Το συνολικά παραγόμενο νερό ανέρχεται περίπου στα 550 εκατομμύρια κυβικά/έτος,
• Διαχειρίζονται και συντηρούν πάνω από 70.000 χλμ. δικτύων ύδρευσης
• Διαχειρίζονται και συντηρούν περίπου 30.000 χλμ. δικτύων αποχέτευσης
Σήμερα, και παρότι οι Δ.Ε.Υ.Α. είναι υποστελεχωμένες σε ποσοστό περίπου 44% σύμφωνα με τα οργανογράμματά τους, εκτελούν έργο στην τρέχουσα προγραμματική περίοδο που ανέρχεται σε 3,35 δις, ενώ για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας σχεδιάζουν έργα όπως αφαλατώσεις και φράγματα, και δράσεις μείωσης των διαρροών και ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των τοπικών κοινωνιών. Κι όλα αυτά, ενώ το ενεργειακό τους κόστος έχει εκτιναχθεί μετά το 2021 από το 19% στο 40% του συνολικού λειτουργικού τους κόστους, αφού λειτουργούν ενεργοβόρες εγκαταστάσεις, και δεν έχουν ενισχυθεί παρά με τις ανεπαρκέστατες οριζόντιες επιδοτήσεις που δόθηκαν στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, ενώ υπηρετώντας την κοινή ωφέλεια απορρόφησαν το πρόσθετο ενεργειακό κόστος χωρίς να το μετακυλίσουν στους καταναλωτές.
Η Ε.Δ.Ε.Υ.Α. θεωρεί ότι η πραγματική απειλή της λειψυδρίας απαιτεί τον εξορθολογισμό και τη βελτίωση της διαχείρισης των υδατικών πόρων της χώρας μας και κυρίως του αρδευτικού νερού, με μέτρα και λύσεις, ωστόσο, που θα λαμβάνουν υπόψη τις τοπικές συνθήκες, την αρχή της εγγύτητας των υπηρεσιών στον πολίτη και κυρίως την πολυετή και επιτυχή εμπειρία της διαχείρισης του πόσιμου νερού από την Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Επίσης, η Ε.Δ.Ε.Υ.Α. εκφράζει την ανησυχία της διότι διαβλέπει ότι η πολιτεία θέλει να απεμπολήσει τις ευθύνες της για τις υποδομές ύδρευσης και αποχέτευσης και να μετακυλίσει το κόστος στους πολίτες.
Με βάση τα παραπάνω, η Ε.Δ.Ε.Υ.Α. ζητά και διεκδικεί τη συμμετοχή της στον σχεδιασμό και την λήψη αποφάσεων που αφορούν στη διαχείριση των υδάτων της χώρας μας και επισημαίνει ότι με αίσθημα ευθύνης δεν θα δώσει κανένα άλλοθι σε προειλημμένες και συνταγματικά προβληματικές αποφάσεις που αγνοούν τις τοπικές κοινωνίες και την Τοπική Αυτοδιοίκηση και θα επιφέρουν αναπόφευκτα υπερβολικές αυξήσεις της τιμής του νερού και μεγάλες δυσκολίες στην καθολική πρόσβαση σ’ αυτό από τους πολίτες.
Τέλος, η Ε.Δ.Ε.Υ.Α. ελπίζει ότι θα γίνει ουσιαστικός διάλογος για τα πραγματικά προβλήματα του τομέα υδάτων ώστε να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά προς όφελος των πολιτών και του φυσικού πόρου και όχι για να ικανοποιηθούν επενδυτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα».