Ο βήχας στα παιδιά…

292
  • γράφει η Ειρήνη Γιαννάτου, Παιδίατρος

Ο μαραθώνιος της ρινικής καταρροής και του βήχα ξεκινά κάθε φθινόπωρο με την έναρξη των παιδικών σταθμών και των σχολείων. Αίτιο τους είναι οι ιογενείς και σπανίως οι μικροβιακές λοιμώξεις. Όσον αφορά την ρινίτιδα, συνήθως το χρώμα της ρινικής καταρροής είναι διαυγές ή περιστασιακά κίτρινο και πρασινωπό.

Ανησυχούμε με την ρινική καταρροή;
Όχι, μόνο παρακολουθούμε στοιχεία που θα μπορούσαν να δηλώνουν μικροβιακή επιμόλυνση, όπως αν η καταρροή επιμένει στο πέρασμα των ημερών με σταδιακή επιδείνωση ή αν οι εκκρίσεις γίνουν πηχτές και κολλώδεις και αποκτήσουν χρώμα κιτρινοπράσινο, τότε φαίνεται ότι μάλλον έχουμε μικροβιακή επιμόλυνση. Τότε, ο Παιδίατρος αξιολογεί τα στοιχεία ώστε να αποφασισθεί η όχι η χορήγηση αντιβίωσης.

Πως αντιμετωπίζουμε την ρινική καταρροή;
Με υποστηρικτικά μέτρα, δηλαδή με την καλή ενυδάτωση του παιδιού, με ζεστά ροφήματα και μέλι στα παιδιά άνω του έτους και με καθάρισμα της μύτης με φυσιολογικό ορό.
Ο φυσιολογικός ορός, που είναι διάλυμα χλωριούχου νατρίου 0,9%, αλατόνερο δηλαδή με συγκεκριμένη σύσταση, αφενός ρευστοποιεί τις εκκρίσεις και βοηθά έτσι στην απομάκρυνση τους και αφετέρου δρα αποιδηματικά, δηλαδή βοηθά στην ανακούφιση από το πρήξιμο (οίδημα) του βλεννογόνου δηλαδή βελτιώνει το «μπούκωμα» της μύτης. Η εφαρμογή του φυσιολογικού ορού μπορεί να γίνει είτε με σκευάσματα με δοσομετρικό ψεκασμό, είτε με σύριγγα χωρίς βελόνα όπου ρίχνουμε μικρή ποσότητα ορού χωρίς πίεση σε κάθε ρουθούνι ή ακόμη και με τις αμπούλες απευθείας. Το παιδί είναι ξαπλωμένο στο πλάι και καθαρίζουμε το πάνω ρουθουνάκι κάθε φορά.
Αντιβίωση χρειάζεται σπάνια στην ρινίτιδα όπως είπαμε και παραπάνω, αποσυμφορητικά σκευάσματα μύτης επίσης δεν έχουν θέση στην αντιμετώπιση της ρινίτιδας πρώτον γιατί με την χρήση τους το «μπούκωμα» σταδιακά χειροτερεύει αλλά και επειδή με την συχνή χρήση προκαλείται βλάβη του ρινικού βλεννογόνου.

Ο βήχας από την άλλη μεριά είναι ένα φυσιολογικό αντανακλαστικό του ανθρώπου, ένας μηχανισμός δηλαδή που βοηθά στην προστασία του κατώτερου αναπνευστικού από την είσοδο σε αυτό σκόνης, βλέννης, μικροσωματιδία, κτλ. Αυτόν τον πολύ σημαντικό ρόλο του βήχα στην φυσιολογία του αναπνευστικού δεν πρέπει να τον εμποδίζουμε. Τα αντιβηχικά σιρόπια δεν έχουν θέση στην αντιμετώπιση του βήχα στα παιδιά.
Η εξέταση από τον Παιδίατρο θα βοηθήσει ώστε να αξιολογηθεί η χροιά του βήχα, η συχνότητα του, η αναπνοή του παιδιού και να επιβεβαιωθεί ή όχι η ύπαρξη ακροαστικών, η συμμετοχή δηλαδή του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος. Τότε και μόνο, μετά από σύσταση του Παιδιάτρου, χρειάζονται και τα εισπνεόμενα φάρμακα (Aerolin και Flixotide). Η ύπαρξη ενός φαρμακείου στο σπίτι έχει την σημασία του ώστε να υπάρχουν κάποια φάρμακα για μία ώρα ανάγκης αλλά πάντα μετά από οδηγίες του θεράποντος ιατρού.
Ειδικά ο βήχας που δημιουργείται όταν τα παιδιά ξαπλώσουν το βράδυ ή το πρωί που ξυπνούν οφείλεται σε εκκρίσεις που ρέουν από τον οπίσθιο φάρυγγα  προς το κατώτερο αναπνευστικό και δεν χρειάζονται καμία φαρμακευτική αντιμετώπιση παρά μόνο καθάρισμα της μύτης με φυσιολογικό ορό. Τα βλεννολυτικά φάρμακα επίσης δεν έχουν θέση στην αντιμετώπιση της ρινίτιδας και του βήχα που προκαλείται από αυτήν στην παιδική ηλικία. Η καλή ενυδάτωση του παιδιού, το να πίνει δηλαδή ικανές ποσότητες νερού είναι το καλύτερο «βλεννολυτικό» φάρμακο.

Συμπερασματικά, μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις όπου έχουμε μικροβιακή επιπλοκή της ιογενούς ρινίτιδας χρειάζεται η φαρμακευτική αντιμετώπιση, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις τα υποστηρικτικά μέτρα, όπως το καθάρισμα της μύτης και η καλή ενυδάτωση είναι αρκετά. Η προστασία των παιδιών όχι μόνο από τις ιώσεις αλλά και από την αλόγιστη κατανάλωση φαρμάκων είναι για γονείς και Παιδιάτρους κοινός στόχος.